22.5.08

ΕΝΑΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΕ ΜΙΑ ΚΗΔΕΙΑ


DEATH AT A FUNERAL


Σκηνοθεσία: Φρανκ Οζ
Παίζουν: Μάθιου Μακφέιντεν, Ρούπερτ Γκρέιβς, Άλαν Τάντικ, Άντι Νάιμαν
Βρετανία, 2007. Διάρκεια: 90΄


Σε μια μεγαλοαστική κηδεία στην αγγλική εξοχή, απ’ αυτές που κανείς δεν παρεκτρέπεται σε υπερβολικούς οδυρμούς και όλοι είναι τόσο τυπικά Άγγλοι στον καθωσπρεπισμό τους, μια σειρά από όχι-και-τόσο-καθώς-πρέπει καταστάσεις αρχίζει να ξετυλίγεται. Τα ευτράπελα ξεκινούν με την παράδοση του λάθος πτώματος, για να συνεχιστούν με την εκ παραδρομής κατανάλωση ισχυρών παραισθησιογόνων χαπιών από ένα συγγενή, και να αποκορυφωθούν σε ένα θεότρελο ξέσπασμα, όπου όλες οι αναποδιές και τα προβλήματα συγκλίνουν, περίεργοι ήχοι ακούγονται μέσα από το φέρετρο, γυμνοί άντρες περιφέρονται στη στέγη, ενώ ένας γηραιός θείος σε αναπηρικό καροτσάκι έχει ξεχαστεί στην τουαλέτα.


Όλα αυτά ακούγονται πράγματι πολύ αστεία. Η συνταγή βασίζεται ουσιαστικά στο σύγχρονο, τυπικά αμερικάνικο χιούμορ της χοντροκομμένης φάρσας και των σκατολογικών αστείων, με δόσεις από το εξόχως αγγλικό είδος της κωμωδίας δωματίου, όπου διακωμωδούνται τα ήθη και οι μανιερισμοί της «καλής κοινωνίας». Το σενάριο είναι καλογραμμένο, με αστεία κάθε μορφής και τύπου, λεκτικά, οπτικά, γελοίες γκριμάτσες και περιττώματα που καταλήγουν στα λάθος σημεία. Κι όμως, το τελικό αποτέλεσμα είναι μάλλον άρρυθμο κι αμήχανο, αφήνει μεν μια σχετικά ευχάριστη γεύση, αλλά και ουκ ολίγους πόθους ανεκπλήρωτους.


Ένα βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στις ερμηνείες. Όχι πως το καστ δεν είναι καλό, το αντίθετο μάλιστα. Υπάρχει όμως διάχυτη μια αμηχανία, μια σοβαροφάνεια. Με εξαίρεση τον Άλαν Τάντικ, που ερμηνεύει τον «φτιαγμένο» με τα παραισθησιογόνα και αποδύεται σε ένα ρεσιτάλ από αστείους μορφασμούς και σουρεάλ ατάκες (αστείο του οποίου γίνεται όμως μια χονδροειδής υπερεκμετάλλευση και καταλήγει κουραστικό), οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές μοιάζουν σαν να αγνοούν ότι παίζουν σε κωμωδία. Περιφέρονται αμήχανοι, ιδιαίτερα ο Μάθιου Μακφέιντεν και ο Ρούπερτ Γκρέιβς, που ερμηνεύουν τους δυο γιούς του μακαρίτη, σαν να πιστεύουν ότι η αντίθεση μεταξύ της φαινομενικής σοβαρότητάς τους και της γελοιότητας των καταστάσεων που βιώνουν θα προκαλέσει το επιθυμητό κωμικό αποτέλεσμα. Δυστυχώς, δεν τους βγαίνει. Γιατί είναι όντως αστείο, έστω και χιλιοπαιγμένο, να διαπιστώνεις ότι το φέρετρο που τοποθετούν ιεροπρεπώς μπροστά σου δεν περιέχει τον πατέρα σου, αν όμως παιχτεί με τη σοβαρότητα, την υποτονικότητα και το φλέγμα του Μακφέιντεν, καταλήγει να έχει υποπολλαπλάσιο κωμικό αποτέλεσμα.


Όχι πως και η σκηνοθεσία του βετεράνου Φρανκ Οζ δεν βάζει το χεράκι της. Και εκεί παρατηρούμε μια αμήχανη προσέγγιση, με ένα μοντάζ όχι επαρκώς σβέλτο, ώστε να αναπαράγει τον απαιτούμενο παλμό των κωμικοτραγικών περιστάσεων. Σαν ένα τραγούδι που παίζεται έναν τόνο πιο αργά απ’ ό,τι θά ’πρεπε. Στο τέλος ο συγχρονισμός χάνεται και το αποτέλεσμα φαλτσάρει. Θα ήταν άδικο πάντως να μην αναγνωρίσουμε ότι τελικά η ταινία καταφέρνει να πάρει μπροστά, για να καταλήξει σε ένα αξιομνημόνευτο φινάλε, όπου πλέον ο ρυθμός αποκτά την απαραίτητη σβελτάδα και τα γέλια βγαίνουν αβίαστα. Είχαμε ίσως αυξημένες προσδοκίες απ’ αυτή την κωμωδία, καθημερινά όμως αποδεικνύεται πόσο δύσκολο είδος είναι τελικά.


**

Δεν υπάρχουν σχόλια: