20.6.06

POSEIDON


Σκηνοθεσία: Βόλφγκανγκ Πίτερσεν
Παίζουν: Κερτ Ράσελ, Τζος Λούκας, Ρϊτσαρντ Ντρέιφους, Έμι Ρόσαμ


Ο κινηματογράφος από τη φύση του προσφέρεται περισσότερο για οπτικές, παρά για νοητικές περιπέτειες, κι αυτό είναι κάτι που στο Χόλιγουντ το ξέρουν καλά. Δύσκολα λοιπόν τους αντιστέκεται κανείς όταν επιχειρούν να φτιάξουν μια θεαματική ταινία καταστροφής που δεν παριστάνει πως προσφέρει τίποτα περισσότερο απ’ αυτό που υπόσχεται: Εκατό λεπτά ξένοιαστης περιπέτειας, όπου ξεχνιόμαστε παρακολουθώντας μια ομάδα ναυαγών να προσπαθούν να βγουν από ένα τεράστιο κρουαζιερόπλοιο που έχει χτυπηθεί από ένα ακόμα πιο τεράστιο κύμα. Παρότι οι χαρακτήρες δεν είναι ιδιαίτερα δουλεμένοι και μοιάζουν περισσότερο με στερεότυπα, και παρά την έλλειψη σεναριακών ανατροπών (το μόνο που ανατρέπεται είναι το καράβι, που στο τέλος φέρνει μάλιστα ολόκληρη τούμπα, προς τέρψη του φιλοθεάμονος κοινού), η ώρα περνάει ευχάριστα, χωρίς να την αντιλαμβανόμαστε, όσο η ομάδα των ναυαγών εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τη μια δυσκολία μετά την άλλη στην προσπάθειά της να απεγκλωβιστεί και να βγει στην επιφάνεια της θάλασσας. Πυρκαγιές, εκρήξεις, διαρροές νερού υπό πίεση, προπέλες που πρέπει να σταματήσουν, όλα τα νικούν οι ατρόμητοι ήρωές μας, για να μας οδηγήσουν στο λυτρωτικό happy end, έστω και με κάποιες ανθρώπινες απώλειες. Ποιός νοιάζεται όμως γι’ αυτές; Η ουσία της ταινίας είναι «άρτος και θεάματα»…

16.6.06

WASSUP ROCKERS

Σκηνοθεσία: Λάρι Κλαρκ
Παίζουν: Τζόναθαν Βελάσκεθ, Φραντσίσκο Πεντράθα, Μίλτον Βελάσκεθ, Γιούνορ Γιουσουάλντο Παναμένο, Λούις Ρόχας-Σαλγκάδο
ΗΠΑ, 2005. Διάρκεια: 110΄


Ο Λάρι Κλαρκ του Kids, του Bully (παίχτηκε στην Ελλάδα ως «Οι νταήδες») και του Ken Park επιστρέφει με μια ταινία κάπως πιο χαμηλόφωνη, λιγότερο σοκαριστική, αλλά πάντα στη γνωστή του θεματολογία: Τα χρόνια της εφηβείας σαν μια περίοδος σφηνωμένη αδέξια μεταξύ παιδικότητας και ενηλικίωσης, οι νεανικές υποκουλτούρες ως μέσο αναζήτησης συλλογικής αλλά και προσωπικής ταυτότητας, η αμερικάνικη κοινωνία που κυριαρχείται από ένα απόλυτο κενό αξιών, όλα βέβαια δοσμένα πάντα με την ίδια προσωπική ματιά του Κλαρκ, οργισμένη σε βαθμό ανωριμότητας, σαγηνευμένη από την εφηβεία σε βαθμό διαστροφικό, αλλά και εξαιρετικά εύστοχη στο κοινωνικό της σχόλιο.
Το “Wassup Rockers” (σημαίνει “What’s up Rockers”), ασχολείται με μια παρέα νεαρών από την Κεντρική Αμερική, που ζουν στο Λος Άντζελες, σε μια συνοικία-γκέτο ονόματι South Central. Εκεί κυριαρχούν οι παρέες των μαύρων MCs και hip-hopers και οι Λατίνοι που συνδυάζουν το σκέιτ με το πανκ ροκ, δεν πίνουν, δεν καπνίζουν και δεν μπλέκονται σε καβγάδες, αντιμετωπίζουν προβλήματα. Μια μέρα, απογοητευμένοι από την εν ψυχρώ εκτέλεση ενός ομοεθνή τους, θα πάρουν το λεωφορείο και θα καταφύγουν στο Μπέβερλι Χιλς, σε μια πλατεία διάσημη για τις σκάλες της, οι οποίες προσφέρονται ιδιαίτερα για φιγούρες με τα σκέιτ. Εκεί όμως θα βρεθούν μπλεγμένοι σε μια σειρά από περιπέτειες με τους εκπροσώπους της κυρίαρχης «λευκής» Αμερικής…
Ο Κλαρκ επιλέγει στην ταινία αυτή να συγκρατήσει λίγο την ηδονοβλεπτική του πλευρά, που τόσα προβλήματα του είχε δημιουργήσει με τη διανομή του Ken Park, και να προβάλει μια νεανική υποκουλτούρα καθαρή από όπλα, ναρκωτικά και αλκοόλ. Στο προσκήνιο θέτει την κοινωνική κριτική (συγκλονιστικός στην καταγγελία του σαθρού κόσμου των πλουσίων του Μπέβερλι Χιλς), αλλά και το ψυχολογικό πορτρέτο. Ιδιαίτερα η σκηνή που συζητούν στο κρεβάτι για τη ζωή τους ο νεαρός Λατίνος με την κοπέλα από το Μπέβερλι είναι συλλεκτική. Σεναριακά η ταινία είναι ίσως λίγο φτωχή και ακατέργαστη, οι ερμηνείες των παιδιών, που ενσαρκώνουν ουσιαστικά τον εαυτό τους, αυτή τη φορά δεν είναι τόσο πετυχημένες, συνολικά όμως εκπέμπεται μια γνησιότητα, αλλά ενίοτε και ένας λυρισμός από τους Rockers, που αξίζουν σίγουρα της προσοχής σας.
Το DVD κυκλοφορεί από την Odeon, και δεν διαθέτει καθόλου extras. Η ταινία έχει πάντως site, το www.wassuprockers.net.

ΒΑΘΜΟΣ: ***

(δημοσιεύτηκε στον εξώστη, τεύχος 737)

2.6.06

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ



THE GIRL FROM MONDAY

Σκηνοθεσία: Χαλ Χάρτλεϊ
Παίζουν: Μπιλ Σέιτζ, Σάμπρινα Λόιντ, Τατιάνα Άμπρακος, Λίο Φίτζπατρικ
ΗΠΑ, 2005. Διάρκεια: 84΄


Πιστοί στη γραμμή μας να σας παρουσιάζουμε απ’ αυτή τη στήλη ταινίες διαφορετικές, εναλλακτικές, απ’ αυτές που δεν βρίσκουν συχνά διέξοδο στις αίθουσες, θα ασχοληθούμε σήμερα με την τελευταία δουλειά ενός από τους κορυφαίους σκηνοθέτες του αμερικάνικου ανεξάρτητου κινηματογράφου της δεκαετίας του ’90, του Χαλ Χάρτλεϊ. Ο δημιουργός του Trust, των Simple Men και του Henry Fool, επιχειρεί να ανακάμψει από την παταγώδη αποτυχία της προηγούμενης ταινίας του No Such Thing, της πρώτης του απόπειρας να εργαστεί στα πλαίσια ενός στούντιο, της United Artists, και σε παραγωγή του Φράνσις Φορντ Κόπολα, επιστρέφοντας στην ανεξάρτητη παραγωγή με μια ταινία επιστημονικής φαντασίας γυρισμένη σε φτηνό βίντεο. Για να μην σας κρατούμε σε αγωνία θα σας πούμε ευθύς εξ αρχής ότι ο Χάρτλεϊ σε καμία περίπτωση δεν φτάνει στο ύψος των προηγούμενων επιτυχιών του, και το ερώτημα για το αν θα καταφέρει να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις των ’00s, ή θα παραμείνει ένας δημιουργός που διακρίθηκε αποκλειστικά στη δεκαετία του ’90 παραμένει. Σε κάθε περίπτωση όμως, το Κορίτσι της Δευτέρας είναι μια ταινία ενδιαφέρουσα, διαφορετική, που ξαναθέτει ορισμένα ξεχασμένα θεματάκια στα οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια. Πρώτα όμως λίγα λόγια για την υπόθεση: Σε μια Αμερική του μέλλοντος, η κυβέρνηση ελέγχεται από την πολυεθνική 3Μ, η οποία έχει μετατρέψει τα πάντα σε συναλλαγές. Οι πάντες έχουν χαραγμένο στον καρπό τους το bar code της πιστωτικής τους κάρτας και ακόμα και οι σεξουαλικές τους πράξεις ανεβάζουν ή κατεβάζουν τα credit τους. Η απόλυτη δικτατορία του καταναλωτή. Ο πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ένας διαφημιστής της 3Μ, που έχει όμως κάποιες σχέσεις με τους «αντεπαναστάτες», κάποιους νεαρούς χωρίς πιστωτική και γραμμωτό κώδικα, που οργανώνουν «τρομοκρατικές ενέργειες» κατά του καθεστώτος. Μέσα σ’ αυτό το εφιαλτικά γνώριμο τοπίο, το οποίο ο Χάρτλεϊ μας παρουσιάζει με το χαρακτηριστικό ανάλαφρα μελαγχολικό ύφος του, αναδύεται σαν Αφροδίτη μέσα από τη θάλασσα, μια όμορφη γυναίκα από έναν άλλο πλανήτη. Μια εξωγήινη με μια μυστική αποστολή… Η υπόθεση ακούγεται ίσως ενδιαφέρουσα, όμως ο Χάρτλεϊ τη χρησιμοποιεί σαν αφορμή για να επιτεθεί στις γνωστές αφηγηματικές δομές του Χόλιγουντ, να μας χαλάσει λίγο της απόλαυση, να πειραματιστεί με το μέσο του βίντεο, και να δημιουργήσει τελικά μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, ένα μίγμα ποιητικού στοχασμού και ονειρικού ερωτισμού. Και εδώ βρίσκεται και το ζουμί: Ακολουθώντας τα βήματα του Γκοντάρ του Alphaville, ο Χάρτλεϊ μας υπενθυμίζει ότι εναλλακτικός κινηματογράφος - πολλώ δε μάλλον επαναστατικός - δεν γίνεται με τα μέσα και τις στιλιστικές ευκολίες του συστήματος. Τ’ ακούτε, εσείς που ξετρελαθήκατε με το V for Vendetta;

ΒΑΘΜΟΣ: ***

(δημοσιεύτηκε στον εξώστη, τεύχος 735)