24.12.02

ΤΟ ΚΛΑΜΑ ΒΓΗΚΕ ΑΠ’ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ


Σκηνοθεσία: Μιχάλης Ρέππας, Θανάσης Παπαθανασίου

Παίζουν: Άννα Παναγιωτοπούλου, Μίρκα Παπακωνσταντίνου, Μαρία Καβογιάννη, Τάσος Χαλκιάς

Κάνοντας ένα μεγάλο βήμα μπροστά σε σχέση με το Safe Sex, οι Ρέππας-Παπαθανασίου εγκαταλείπουν την πεζή τηλεοπτική αισθητική της πρώτης τους ταινίας, και επιχειρούν να αφομοιώσουν δημιουργικά μια σειρά από πολύπλοκους αισθητικούς κώδικες, συνθέτοντας ένα σαφώς πιο απαιτητικό έργο. Το κλάμα βγήκε απ’ τον Παράδεισο δε βασίζεται ούτε στην πλάκα, ούτε στο απλό λεκτικό χιούμορ, όπως το Safe Sex. Χρησιμοποιεί αντίθετα πολλαπλά διαστρωματωμένες συνθέσεις από παρελθόντες, αλλά και τωρινούς κώδικες παραγωγής νοήματος, για να προβεί σε μια φρέσκια, ευχάριστη, και ενίοτε βαθυστόχαστη επανεπεξεργασία του εθνικού μας παρελθόντος.

Συγκεκριμένα, είναι ένα πρωτότυπο κωμικό μιούζικαλ το οποίο διηγείται κατά κάποιον τρόπο ολόκληρη την ιστορία του ελληνικού κινηματογραφικού μελοδράματος, από την εποχή της «φουστανέλας» μέχρι το Νίκο Φώσκολο. Μια ιστορία παράλληλη με αυτή την ίδια την ιστορία της νεοελληνικής κοινωνίας. Αναμιγνύοντας τους κώδικες των ταινιών εκείνων με σύγχρονους κινηματογραφικούς κώδικες, τους χαρακτήρες τους με πρωταγωνιστές του σημερινού τηλεοπτικού πάνθεου, τη γλώσσα των ηρώων τού τότε με τη σημερινή καθομιλουμένη, την αισθητική τού τότε και του σήμερα, οι Ρέππας-Παπαθανασίου καταφέρνουν να δημιουργήσουν όχι μόνο κωμικά αποτελέσματα, αλλά και έξυπνα σχόλια τόσο για την ίδια την εποχή εκείνη, όσο και για τη σχέση μας μ’ αυτή.

Τελικά, με το εγχείρημά τους μας προσφέρουν όχι μόνο ένα ευχάριστο δίωρο, αλλά και μια θαυμάσια ευκαιρία να επανατοποθετηθούμε απέναντι στο ιστορικό και πολιτιστικό μας παρελθόν. Αν η ταινία τους δεν αριστεύει, αυτό ίσως οφείλεται στο ότι ο προϋπολογισμός της μάλλον δεν ήταν όσο υψηλός θα έπρεπε προκειμένου να αναδείξει το πλήρες δυναμικό της, καθώς και στο ότι η μουσική και τα τραγούδια δε γράφτηκαν με την ίδια επιμέλεια και έμπνευση που φτιάχτηκε η ταινία.

***

ΑΜΕΛΙ


LE FABULEUX DESTIN D’ AMELIE POULAIN

Σκηνοθεσία: Ζαν-Πιερ Ζενέ

Παίζουν: Οντρί Τατού, Ματιέ Κασοβίτς, Ντομινίκ Πινιόν

Μια από τις πιο ευχάριστες και αναπάντεχες εκπλήξεις της φετινής χρονιάς, η Αμελί εφόρμησε στις αίθουσες της πόλης μας για να διατρανώσει ότι ο κινηματογράφος μπορεί ακόμη να είναι πρωτότυπος και να μας υπενθυμίσει την αξία και τη σημασία της δημιουργικής φαντασίας στη ζωή μας.

Κατ’ αρχήν η νεαρή Αμελί Πουλέν, με το βίο και της περιπέτειες της οποίας ασχολείται η ταινία, αποτελεί μια από τις πλέον συμπαθείς και αξιομνημόνευτες ηρωίδες των τελευταίων χρόνων. Το χαρακτηριστικό παρουσιαστικό της, σε συνδυασμό με τη διεισδυτική σκιαγράφηση της ψυχολογίας της και τη στιλάτη ματιά στην προσωπική της ζωή που μας προσφέρει η ταινία, συνθέτουν ένα άκρως πετυχημένο κινηματογραφικό πορτρέτο.

Το σπουδαιότερο όμως στοιχείο της ταινίας βρίσκεται στον τρόπο που αφηγείται τις περιπέτειες της Αμελί και προβάλει τον υποκειμενικό της κόσμο. Είναι τόσο ευφάνταστα τα ευρήματα, τόσο πρωτότυπες οι ιδέες και τα τεχνάσματα που μετέρχεται για να διηγηθεί την ιστορία της η ταινία, αλλά και τόσο ιδιαίτερο, ξεχωριστό, ατμοσφαιρικό το περιβάλλον μέσα στο οποίο την τοποθετεί, που πραγματικά πείθει και τον πλέον πεζό και άμουσο θεατή για την αξία της φαντασίας στην καθημερινή μας ζωή. Καθένας από εμάς διαθέτει μέσα του τη δύναμη να μεταπλάθει κατά βούληση την εξωτερική πραγματικότητα που βιώνει. Αυτή η δύναμη, που συχνά λησμονούμε, είναι ο δεύτερος πρωταγωνιστής της ταινίας, μαζί με την Αμελί Πουλέν. «Η φαντασία στην εξουσία» λοιπόν, σε μια από τις σημαντικότερες ταινίες της χρονιάς.

****

24.11.02

ΜΕΓΑΛΕ ΤΙ ΚΑΝΑΜΕ ΧΘΕΣ ΒΡΑΔΥ


DUDE WHERE IS MY CAR

Σκηνοθεσία: Ντάνι Λάινερ

Παίζουν: Άστον Κάτσερ, Σον Γουίλιαμ Σκοτ, Τζένιφερ Γκάρνερ

Αν σκοπεύεις να δεις ταινία σε πολυκινηματογράφο, είναι μάλλον μάταιο να διαλέξεις ταινία με «υψηλά καλλιτεχνικά» κριτήρια. Αντιθέτως είναι πρακτικότερο, αλλά και ωριμότερο, να επιλέξεις κάτι που θα ταιριάζει καλύτερα με τη μουσική της Jennifer Lopez, τις διαφημίσεις του Σάκη (του Ρουβά, καλέ…) και τα εντυπωσιακά «προσεχώς» που παίζονται πριν το κυρίως έργο. Να δεις μια ταινία που δε θα σε χαλάει αν οι διπλανοί σου χαχανίζουν όλη την ώρα άνευ λόγου και αιτίας, αν ο παραδιπλανός μασουλάει πατατάκια (και τι έγινε; Χαβαλέ ταινία βλέπεις, όχι τη Σιωπή του Μπέργκμαν…), ή αν ακόμα σου στείλουν μήνυμα στο κινητό πάνω στην πιο κρίσιμη σκηνή και θες οπωσδήποτε ν’ απαντήσεις. Μια ταινία που να αφομοιώνει οργανικά όλ’ αυτά τα συμπτώματα του μαζικού πολιτισμού μας μέσα στην όλη εμπειρία που λέγεται «πάω (πολύ)κινηματογράφο», απλούστατα γιατί και η ίδια θα αποτελεί προϊόν του.

Κατόπιν αυτών, μην σας εκπλήσσει που σας συστήνω το Dude. Πρόκειται για ένα πολύ ανάλαφρο, αρκετά διασκεδαστικό, κάπως αποσπασματικό και τελείως άρρυθμο ταξίδι στον κόσμο της μαζικής κουλτούρας. Οι δύο συμπαθέστατοι και παντελώς ηλίθιοι «μάγκες» που πρωταγωνιστούν, μας ξεναγούν σ’ έναν πλαστό κόσμο γεμάτο αναφορές σε άλλες ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, διαφημίσεις, κόμικς, κομπιουτεροπαίχνιδα και άλλα τινά υποπροϊόντα των μεταμοντέρνων καιρών μας. Αποτέλεσμα, ένα… Memento από την ανάποδη, καθώς οι μάγκες μας προσπαθούν να θυμηθούν τι στην ευχή κάναν χθες το βράδυ, να αποκτήσουν δηλαδή ένα παρελθόν, μια ιστορία, και συνεπώς μια ταυτότητα. Πράγμα δύσκολο όχι μόνο γι’ αυτούς, αλλά και για όλους εμάς, που ζούμε σ’ έναν κόσμο τόσο ραγδαία μεταβαλλόμενο, τόσο υπερφορτωμένο με πληροφορίες κι ερεθίσματα και τόσο συνεπαρμένο από την επιφάνεια των πραγμάτων, από το «φαίνεσθαι», ώστε κοντεύουμε να νομίσουμε ότι ολόκληρη η ζωή μας ξαναρχίζει απ’ την αρχή κάθε φορά που… αλλάζουμε κούρεμα!

**

ΜΕΜΕΝΤΟ


Σκηνοθεσία: Κρίστοφερ Νόλαν

Παίζουν: Γκάι Πιρς, Κάρι Αν Μος, Τζο Παντολιάνο

Ένα χέρι κουνά μια στιγμιαία φωτογραφία στον αέρα προκειμένου να επιταχύνει την εμφάνισή της. Όμως αυτή, αντί να γίνεται ευκρινέστερη, ολοένα και θολώνει. Παράδοξο; Στο επόμενο πλάνο ένα πιστόλι ίπταται για να βρεθεί στο χέρι του ήρωα. Επίδραση ανεξιχνίαστων μαγνητικών δυνάμεων; Όχι. Απλώς ένα παμπάλαιο αλλά λησμονημένο κινηματογραφικό τρικ, η προβολή του φιλμ κατ’ αντίστροφη φορά. Μια αποτελεσματική μέθοδος αποξένωσης από το γνωστό και αυτονόητο, ένα κάλεσμα να δούμε το καθημερινό και το συνηθισμένο ως ανοίκειο. Αυτή είναι η έναρξη μιας από τις συναρπαστικότερες και ευφυέστερες ταινίες των τελευταίων χρόνων. Ακολουθεί ένα ταξίδι προς τα πίσω στο χρόνο, ταξίδι εξιχνίασης και αυτοανακάλυψης. Το Memento (ελληνιστί «ενθύμιο») μας βγάζει από την παραδοσιακή γραμμική αντίληψη του χρόνου, θολώνει την αντίληψή μας για αυτό που συνηθίσαμε να θεωρούμε πραγματικό και μας εμπλέκει σ’ ένα άκρως ελκυστικό και γοητευτικό παιχνίδι ανασύνθεσης των ψηφίδων που συνθέτουν το γρίφο του παρελθόντος του ήρωα, ο οποίος, μετά από το επεισόδιο που τον άφησε αναίσθητο δίπλα στο πτώμα της δολοφονημένης γυναίκας του, υποφέρει από ένα σπάνιο είδος αμνησίας, με αποτέλεσμα να θυμάται μόνο τα γεγονότα των τελευταίων λεπτών και τα όσα προηγήθηκαν του ατυχήματός του. Η ταινία εκμεταλλεύεται το καταπληκτικό της σεναριακό εύρημα με κάθε τρόπο, καταφέρνοντας να κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή αλλά και να γεννά πλήθος φιλοσοφικών προβληματισμών πάνω στο τι συνιστά την έννοια της πραγματικότητας και της προσωπικής ταυτότητας. Τέλος, ένα καταπληκτικό φινάλε βάζει την τελευταία πινελιά σ’ αυτή τη σπουδαία φετινή έκπληξη.

***

Ο ΝΑΥΑΓΟΣ



CAST AWAY

Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Ζεμέκις

Παίζουν: Τομ Χανκς, Έλεν Χαντ

Ίσως το θέμα της επιβίωσης σ’ ένα ερημονήσι να ακούγεται βαρετό, όμως ο Ναυαγός καταφέρνει να είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία, όχι μόνο χάρη στην ηθοποιία του Τομ Χανκς, αλλά και εξαιτίας των προβληματισμών που θέτει.

Το πρώτο τμήμα ασχολείται με την πρωτύτερη ζωή του ήρωα, πασχίζοντας να δώσει ένα τυπικό πορτρέτο του σύγχρονου τρόπου ζωής. Η παγκόσμια κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς, η πίστη στην ιδεολογία της επιχείρησης, η μόνιμη έλλειψη χρόνου, η μονογαμική σχέση, είναι όλα εκεί. Η ενότητα κλείνει μ’ ένα θαυμάσια κινηματογραφημένο αεροπορικό ατύχημα, σύμβολο μιας εποχής άγριου εμπορικού ανταγωνισμού, οικονομικοκοινωνικής απορρύθμισης και πάση θυσία συμπίεσης των χωροχρονικών αποστάσεων.

Το ατύχημα οδηγεί τον Τομ Χανκς στο ερημονήσι όπου θα περάσει τις επόμενες χίλιες πεντακόσιες μέρες της ζωής του, δίνοντας την ευκαιρία στην ταινία να θέσει μια σειρά από ζητήματα πάνω στο δίπολο φύση – πολιτισμός. Από αυτά ξεχωρίζουμε την επανανακάλυψη της συγκεκριμένης σκέψης ως εργαλείο επίλυσης απλών, μα ζωτικών προβλημάτων. Πώς ανάβει μια φωτιά; Πώς σπάει μια σκληρή καρύδα; Πώς μπορεί κανείς να πιάσει ψάρια; Ενώ η κοινωνία μας διδάσκει την ανωτερότητα της αφηρημένης σκέψης, με την οποία παράγουμε ιδεολογία προς δικαιολόγηση πολιτισμικών αξιών όπως η έγκαιρη παράδοση ενός πακέτου, είναι η ικανότητα για συγκεκριμένη σκέψη αυτή που επέτρεψε στο ανθρώπινο είδος να επιβιώσει. Φυσικά ο Ναυαγός, όσα μαθήματα και να παίρνει από τη φύση, παραμένει προσκολλημένος στις αξίες του πολιτισμού του: Τελευταία σκηνή της ταινίας δεν είναι άλλη απ’ αυτή της παράδοσης του δέματος.

***

23.11.02

ΤRAFFIC



Σκηνοθεσία: Στίβεν Σόντερμπεργκ

Παίζουν: Μάικλ Ντάγκλας, Μπενίσιο Ντελ Τόρο, Ντον Τσιντλ, Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς, Ντένις Κουέιντ

Τα φώτα σβήνουν. Αρχίζει το Τράφικ, εκ των φαβορί για τα Όσκαρ. Σκηνή πρώτη: Κάποια σύλληψη εμπόρων ναρκωτικών στο Μεξικό, κοντά στα σύνορα με τις ΗΠΑ. Υποτονικοί ρυθμοί, δράση φτωχή, διάλογοι στην τοπική γλώσσα χωρίς τίποτα το ιδιαίτερο ή πρωτότυπο, απουσία χρωμάτων, επικρατεί ένας διάχυτος κίτρινος τόνος. Τα λεπτά περνάνε, βυθιζόμαστε στις θέσεις μας, κάπως σαν να είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι και βλέπουμε τηλεόραση λίγο πριν μας πάρει ο ύπνος. Σκηνή δεύτερη. Μεταφερόμαστε σε μια αίθουσα δικαστηρίου στις ΗΠΑ. Ο Μάικλ Ντάγκλας δικάζει έναν έμπορο ναρκωτικών. Κάμερα στατική, αργή εναλλαγή πλάνων, λόγος στομφώδης, έντονο κοντράστ χρωμάτων. Μήπως τελικά βλέπουμε όντως τηλεόραση; Όχι, λείπει το τηλεκοντρόλ… Αναγκαστικά συνεχίζουμε την παρακολούθηση. Πλήθος ηρώων παρελαύνουν μπροστά από τα νυσταγμένα μάτια μας. Οι περισσότεροι δεν έχουν παρά ένα και μόνο χαρακτηριστικό: είναι απηνείς διώκτες των εμπόρων ναρκωτικών. Θα χρειαστούμε πάνω από μια ώρα για να αρχίσουμε να συμπάσχουμε κάπως με κάποιους από αυτούς. Και θα απαιτηθούν τελικά δύο ώρες και εικοσιεπτά λεπτά για να καταλήξουμε εκεί όπου ένα τέτοιο προβλέψιμο θέαμα ήταν μοιραίο να μας οδηγήσει. Στο προβλέψιμο συμπέρασμα ότι η κατασταλτική πολιτική δεν αποδίδει και μόνη λύση είναι η εσωτερική θωράκιση δια της επιστροφής στις πατροπαράδοτες αξίες: Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια. Βλέπω τα Όσκαρ να έρχονται.

**