20.2.08

ΦΟΝΟΣ ΕΞ ΑΜΕΛΕΙΑΣ


JINDABYNE


Σκηνοθεσία: Ρέι Λόρενς
Παίζουν: Γκάμπριελ Μπερν, Λόρα Λίνεϊ, Κρις Χέιγουντ
Αυστραλία, 2006. Διάρκεια: 123΄


Μετά την εξαιρετική «Παράνομη Δικαιοσύνη» (The Proposition) του Τζον Χίλκοτ, την οποία σας παρουσιάσαμε πριν από μερικούς μήνες, μια ακόμη σπουδαία ταινία μας έρχεται φέτος από την μακρινή Αυστραλία. Πρόκειται για τον «Φόνο εξ αμελείας» (Jindabyne) του Ρέι Λόρενς, του σκηνοθέτη που μας είχε δώσει πριν από μερικά χρόνια την αριστουργηματική Lantana. Αυτή τη φορά ο Λόρενς βασίζεται σε ένα διήγημα του Ρέιμοντ Κάρβερ, το “So much Water So Close to Home” για να αναπτύξει ένα έργο πολύπλοκο και πολύμορφο, το οποίο διαμορφώνει ένα πλούσιο πλέγμα ιδεών και συναισθημάτων που περιστρέφονται κύρια γύρω από την έννοια της ενοχής.


Στοιχείο-κλειδί της ταινίας αποτελεί η αυστραλιανή της ταυτότητα. Προκειμένου να την κατανοήσουμε θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η Αυστραλία είναι μια χώρα που βασίζει τα θεμέλιά της πάνω σε μια γενοκτονία. Τη γενοκτονία των αυτοχθόνων κατοίκων της από τους Αγγλοσάξονες εποίκους. Σήμερα, σχεδόν δύο αιώνες μετά, ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας ζήτησε επίσημα συγνώμη από τους Αβοριγίνες, τους ιθαγενείς Αυστραλούς, για την κακομεταχείριση που υπέστησαν, και ιδιαίτερα για το ζήτημα των «χαμένων γενεών», των χιλιάδων παιδιών που αρπάχτηκαν δια της βίας από τις οικογένειές τους για να ανατραφούν από το κράτος μέσα σε ειδικά ιδρύματα. Η Αυστραλία είναι λοιπόν μια χώρα καταστατικά βασισμένη πάνω σε μια ενοχή. Την ενοχή αυτή υπογραμμίζει όχι μόνο η σημερινή εξαθλίωση των λιγοστών Αβοριγίνων που έχουν απομείνει, αλλά και το τοπίο της Αυστραλιανής υπαίθρου. Ένα τοπίο άγριας ομορφιάς, αχανές, έξω από τα ανθρώπινα μέτρα, παραδομένο στην πιο πρωτόγονη φυσικότητα. Πάνω λοιπόν στα δίπολα «φύση-πολιτισμός» και «αθώοι Αβοριγίνες-ένοχοι Αγγλοσάξονες», αξιοποιώντας παράλληλα και την αντίθεση «αρσενικό-θηλυκό», οικοδομεί ο Λόρενς την ιστορία του, η οποία είναι κατά βάση απλή. Μια παρέα τεσσάρων ανδρών πηγαίνει για ψάρεμα σ’ ένα ποτάμι χωμένο βαθιά μέσα σ’ έναν απόμακρο, αλλά πανέμορφο φυσικό δρυμό. Εκεί θα ανακαλύψει το πτώμα μιας νεαρής ιθαγενούς. Η αλλόκοτη αντίδρασή τους θα καταλύσει αντιδράσεις τόσο στον οικογενειακό, όσο και στον κοινωνικό τους περίγυρο. Τόσο οι οικογένειές τους, όσο και οι δυο κοινότητες, των εποίκων και των αυτοχθόνων, θα βρεθούν αντιμέτωπες με δυσάρεστες πραγματικότητες που παρέμεναν καταχωνιασμένες. Ο Λόρενς προσθέτει διάφορες πινελιές: Τα παιδιά, που συμβολίζουν όχι μόνο την αθωότητα, αλλά και το εγγενές Κακό που κρύβουμε μέσα στην ίδια την ανθρώπινή μας φύση, τον δολοφόνο, σύμβολο του διεστραμμένου αδηφάγου Δυτικού πολιτισμού, και κυρίως το θάνατο, που παραμένει πανταχού παρόντας. Τόσο με τη μορφή του πένθους και του αισθήματος της απώλειας, ενός αισθήματος που δεν φεύγει ποτέ από μέσα μας, παρά διαχέεται σιωπηλά και διαποτίζει την ψυχή μας, όσο και με τη μορφή του φόβου για τον ίδιο μας τον αφανισμό που μοιραία επέρχεται. Έναν θάνατο που καθένας από τους ήρωες της ταινίας τον αντιλαμβάνεται διαφορετικά και αντιδρά διαφορετικά σ’ αυτόν.


Εξαιρετική ταινία, δημιουργεί μια πραγματικά στοιχειωμένη ατμόσφαιρα, ανοίγει πάρα πολλά θέματα, και ίσως αυτό να είναι τελικά και το ελάττωμα της, ότι δηλαδή ψαρεύει κάπως υπερβολικά σε θολά νερά. Για όσους όμως είναι πρόθυμοι να κάνουν τους συσχετισμούς, αποτελεί μια εμπειρία που αξίζει τον κόπο και ανταμείβει τον θεατή.


***


15.2.08

ΤΟ ΠΑΓΚΑΚΙ



THE BENCH / BAENKEN


Σκηνοθεσία: Περ Φλι
Παίζουν: Γιέσπερ Κρίστενσεν, Στινε Χολμ Γιόνσεν, Νικολάι Κοπέρνικους, Γιενς Άλμπινους.
Δανία, 2000. Διάρκεια: 89΄


Υπόθεση: Ο Κάι, ένας πενηντάρης πρώην πετυχημένος σεφ και οικογενειάρχης, έχει καταντήσει ένας παραιτημένος αλκοολικός, που σπαταλάει τη ζωή του κατεβάζοντας τη μια μπύρα πίσω από την άλλη, παρέα με άλλα περιθωριακά άτομα σ’ ένα παγκάκι μιας κακόφημης συνοικίας της Κοπεγχάγης. Κάποια μέρα θα μετακομίσει στη γειτονιά του η Λιβ, μια νεαρή γυναίκα με τον μικρό γιο της. Η Λιβ προσπαθεί να ξεφύγει από τον σύζυγό της, ο οποίος της συμπεριφέρεται βίαια. Για τον Κάι, η φυσιογνωμία της Λιβ δεν είναι τελείως άγνωστη…


Με μια ματιά: Μουντών αποχρώσεων δανέζικο δράμα, η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Περ Φλι, με την οποία εγκαινίασε το 2000 την τριλογία του για τις κοινωνικές τάξεις στη Δανία. Ακολούθησαν το 2003 η Κληρονομιά, μια συνταρακτική ταινία-αποκάλυψη της συναισθηματικής φτώχιας της ανώτερης τάξης, και το 2005 η Ανθρωποκτονία, μια οξυδερκής ματιά στην πολιτικοποίηση της μεσαίας τάξης. Το Παγκάκι ασχολείται με τα προβλήματα της εργατικής τάξης, εστιάζοντας όμως σ’ ένα ζήτημα οικογενειακής φύσεως και στην προσωπική πορεία καθόδου ενός ανθρώπου, ο οποίος δεν βρίσκει πλέον κανένα νόημα στη ζωή.


Ίσως αυτό να είναι και το πρόβλημά μου μ’ αυτή την ταινία: προσεγγίζει την εργατική τάξη από μια ψυχολογική, υπαρξιακή θα λέγαμε, σκοπιά. Ο ήρωάς της εμφανίζει μια ψυχοπαθολογία που δεν έχει κάποια συγκεκριμένα ταξικά χαρακτηριστικά. Στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένας εκπεσών αστός. Στο ένδοξο παρελθόν ήταν ιδιοκτήτης εστιατορίου. Σκαρφιζόταν εξωτικά πιάτα με ορτύκια παραγεμισμένα με ξερά δαμάσκηνα και σάλτσα δεντρολίβανου. Συνέβησαν όμως κάποιες προσωπικές ατυχίες. Ο συνέταιρός του πέθανε. Η γυναίκα του τον εγκατέλειψε. Κι αυτός λύγισε από την πίεση. Και τον πήρε η κάτω βόλτα. Πλέον, στο πρόσωπο κάθε συνανθρώπου του βλέπει την αιτία της προσωπικής του αποτυχίας. Είναι ένας αλλοτριωμένος άνθρωπος. Ανίκανος να σχετιστεί. Ανίκανος να αγαπήσει. Ώσπου το παρελθόν του ξαναναδύεται μπροστά στα μάτια του κι αυτός αναγκάζεται να έρθει αντιμέτωπος με παλιά φαντάσματα. Τι σχέση έχουν όλ’ αυτά με την εργατική τάξη; Σχέση γειτονίας. Απλά ο Κάι ζει σε μια εργατική συνοικία. Και σχετίζεται με όλο το σμάρι των ανθρώπων που αγωνίζονται με νύχια και με δόντια για ένα μεροκάματο. Αντί γι’ αυτό, ο ίδιος προτιμά τις πιο εστέτ συμπεριφορές. Ενοχλημένος από έναν ηλικιωμένο πελάτη, του πέτα χώμα κατάμουτρα, με αποτέλεσμα να τον απολύσουν από την επιδοτούμενη θέση κηπουρού που οι υπόλοιποι της παρέας αγωνίζονται με νύχια και με δόντια να κρατήσουν. Αυτός όμως είναι υπεράνω του αγώνα για επιβίωση. Έχει περηφάνια. Και επιλέγει την αυτοκαταστροφική συμπεριφορά από τον συμβιβασμό. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο μπαίνει στη ζωή του η Λιβ και τον αναγκάζει εκ των πραγμάτων να αναθεωρήσει τη στάση του. Όχι από ταξική, ή έστω προσωπική, συνειδητοποίηση, αλλά από οικογενειακή αναγκαιότητα. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με ένα επιδέξιο ξόρκισμα της πολιτικής. Τη θέση της καταλαμβάνει ο συνήθης ύποπτος: η ψυχολογία. Σ’ αυτόν τον τομέα πάντως, ο Περ Φλι δεν τα πάει και τόσο άσχημα. Το δράμα του είναι στέρεο, συμπαγές, πειστικό, και υποστηρίζεται σωστά από τους ηθοποιούς του. Όλα ανάγονται στην ψυχολογία. Ακόμα και ο συγκάτοικος της Λιβ τρελαίνεται από την πολύ μελέτη του… Κίργκεγκορ. Μπορεί ίσως να απουσιάζει η πολιτική, η ανθρώπινη όμως γνώση είναι παρούσα.


***