28.9.06

ΜΗΝ ΤΗΣ ΤΟ ΠΕΙΣ



LA BESTIA NEL CUORE

Σκηνοθεσία: Κριστίνα Κομεντσίνι
Παίζουν: Τζιοβάνα Μεζοτζιόρνο, Αλέσιο Μπόνι, Στεφανία Ρόκα, Άντζελα Φινοτσιάρο
Ιταλία, 2005. Διάρκεια: 120΄

Υπόθεση: Η Σαμπίνα βασανίζεται από εφιάλτες που σχετίζονται με την παιδική της ηλικία και τους νεκρούς γονείς της. Διστάζοντας να ανοιχτεί στο σύντροφό της, αποφασίζει να επισκεφτεί τον αδελφό της στην Αμερική, για να συζητήσουν για το οικογενειακό τους παρελθόν…

Συμβατικό, αλλά ενδιαφέρον ιταλικό μελόδραμα, με θέμα τους αγώνες μιας νεαρής γυναίκας να ξορκίσει τους δαίμονες του παρελθόντος.

Οι αρχαίοι μας πρόγονοι έλεγαν «τα εν οίκω μη εν δήμω». Από τη στιγμή που θα κλείσουν οι πόρτες ενός σπιτιού κι η οικογένεια απομείνει μόνη, κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι πραγματικά συμβαίνει μεταξύ των μελών της. Τα οικογενειακά μυστικά είναι τα καλύτερα κρυμμένα. Καμιά φορά, μάλιστα, απωθούνται τόσο βαθιά, που τα ξεχνούν ακόμα κι ίδιοι οι πρωταγωνιστές τους. Τότε μετασχηματίζονται σε ανεξήγητα άγχη, φοβίες κι εφιάλτες, που τους στοιχειώνουν χωρίς εμφανή λόγο και αιτία. Αυτά τα έχει βέβαια διδάξει πρώτος ο Φρόιντ, τον οποίο η Κομεντσίνι δείχνει να έχει μελετήσει τόσο όσο χρειάζεται για να παράγει μια ταινία που να μιλά κατευθείαν στην καρδιά, ιδιαίτερα μάλιστα τη γυναικεία.

Πρόκειται, λοιπόν, για μια ακόμη γυναικεία ταινία, μετά τον «Έρωτα δίχως όρια» που σας παρουσιάσαμε την προηγούμενη βδομάδα, μόνο που τώρα ο τόνος διαφέρει τελείως. Τον μεταμοντέρνο, απελευθερωτικό φεμινισμό της Πότερ διαδέχεται ο παλαιάς κοπής φεμινισμός της κόρης του σπουδαίου ιταλού κωμωδού Λουίτζι Κομεντσίνι, η οποία διασκευάζει με επιδεξιότητα ένα δικό της μυθιστόρημα ποντάροντας στην παραδοσιακή γυναικεία «φοβία του φαλλού»: Κάθε άντρας κρύβει μέσα του ένα «κτήνος στην καρδιά» (όπως είναι και ο πρωτότυπος ιταλικός τίτλος της ταινίας), το οποίο κανείς δεν ξέρει πότε θα αφυπνιστεί και θα τον καταλάβει με συνέπειες άκρως δυσάρεστες για όποια γυναίκα βρεθεί κοντά του. Η γυναίκα είναι λοιπόν εκτεθειμένη στη ζωώδη εξουσία του άνδρα, κάτι με το οποίο μπορεί κανείς κάλλιστα να διαφωνεί, ουδείς όμως μπορεί να αρνηθεί ότι αποτελεί θαυμάσιο υλικό για δράμα, καθώς και μια ευκαιρία για μια βαθιά, διαπεραστική ματιά στα πλέον απόκρυφα της γυναικείας ψυχολογίας…

ΒΑΘΜΟΣ: ***

(δημοσιεύτηκε στον εξώστη, τεύχος 742)

22.9.06

ΠΑΘΟΣ ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΟΝΕΣ



YES

Σκηνοθεσία: Σάλι Πότερ
Παίζουν: Τζόαν Άλεν, Σιμόν Αμπκαριάν, Σαμ Νιλ, Σίρλεϊ Χέντερσον
Βρετανία, 2005. Διάρκεια: 100΄

Υπόθεση: Αυτή: Ιρλανδοαμερικανίδα βιολόγος, παντρεμένη μ’ έναν ψυχρό ευκατάστατο Άγγλο με τον οποίο επικοινωνούν μέσω σημειωμάτων. Αυτός: Λιβανέζος χειρούργος, πρόσφυγας στο Λονδίνο, όπου εργάζεται ως μάγειρας. Ένας μεγάλος έρωτας ξεσπάει μεταξύ τους…

Η Σάλι Πότερ («Ορλάντο», «Ο άντρας που έκλαιγε») επανέρχεται με μια ακόμη διαφορετική, αταξινόμητη ταινία, πλούσια σε ιδέες, πραγματική «τροφή για το μυαλό», ειπωμένη σχεδόν εξ ολοκλήρου σε ομοιοκατάληκτους στίχους!

Στο επίκεντρο της ταινίας βρίσκεται ο έρωτας. Ο έρωτας σαν δύναμη που μπορεί να αλλάξει την οπτική μας για τον κόσμο. Η ηρωίδα, μια δυτική, ορθολογίστρια αστή, ερωτεύεται έναν Άραβα. Χάρη στον έρωτά της θα βρει τη δύναμη να αποδεχθεί και να κατανοήσει το διαφορετικό, το ξένο, το Άλλο. Ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας είναι Yes. Ναι. Κατάφαση. Αποδοχή. Η άρνηση, η σύγκρουση, η βία ανήκουν στον κόσμο των αντρών. Οι γυναίκες αλλάζουν τον κόσμο με το να τον αποδέχονται. Με τη δύναμη της αγάπης. Τη δύναμη του ναι. Η ταινία όμως δεν περιορίζεται στα ερωτικά. Ξανοίγεται σε πάρα πολλά πεδία. Μιλά για την ανικανότητα της Δύσης να κατανοήσει την Ανατολή. Υπενθυμίζει την αξία και σημασία του προλεταριάτου. Στοχάζεται πάνω στην αναγκαιότητα του Θεού, αλλά και ιδανικών όπως ο κομμουνισμός.

Η διαφοροποίηση από το κυρίαρχο μοντέλο δεν αφορά όμως μόνο στις ιδέες. Προχωρά βαθύτερα, στον τρόπο της αφήγησης. Ο ασφυκτικός αριστοτέλειος ορθολογισμός δίνει εδώ τη θέση του σε ένα πολύ πιο χαλαρό σύνολο από σκηνές, των οποίων η συσχέτιση είναι συχνά αυθαίρετη. Ο θεατής, αντί να ταυτιστεί όσο γίνεται με τους ήρωες, επιχειρείται να αποστασιοποιηθεί. Με ένα σωρό κόλπα, από τα στοπ καρέ, τις εναλλαγές στην ταχύτητα αναπαραγωγής του φιλμ και τον ασύγχρονο ήχο, μέχρι βεβαίως τους ομοιοκατάληκτους διαλόγους, ο θεατής καλείται να βάλει τη δική του προσωπικότητα μέσα στην ταινία και να συνδιαμορφώσει τα τελικά της νοήματα.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα άκρως ενδιαφέρον πείραμα, άνισο, αλλά και κατά διαστήματα συναρπαστικό, «απαραίτητη ύλη» για όλους τους κινηματογραφόφιλους, διαθέτει δε και ένα εξαιρετικό site, το http://www.yesthemovie.com/, όπου στο φόρουμ διεξάγονται άκρως ενδιαφέρουσες συζητήσεις με αφορμή την ταινία, στις οποίες συμμετέχει και η σκηνοθέτιδα.

ΒΑΘΜΟΣ: ***

(δημοσιεύτηκε στον εξώστη, τεύχος 741)

15.9.06

ΣΑΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΕΡΜΑ



SEGUNDA PIEL

Σκηνοθεσία: Χεράρντο Βέρα
Παίζουν: Ζορντί Μολά, Αριάντνα Χιλ, Χαβιέρ Μπαρντέμ
Ισπανία, 1997. Διάρκεια: 110΄

Υπόθεση: Ο Αλμπέρτο, πετυχημένος αεροναυπηγός, γύρω στα 35 με 40, παντρεμένος με μια όμορφη γυναίκα και πατέρας ενός χαριτωμένου αγοριού, διατηρεί μια κρυφή, παθιασμένη εξωσυζυγική σχέση. Όχι, δεν πρόκειται για σχέση με γυναίκα…

Ισπανικό αισθηματικό δράμα, που θίγει με ευαισθησία το θέμα της ομοφυλοφιλίας, κύρια όμως την ανάγκη για αλήθεια στις σχέσεις μας με τον εαυτό μας και τους άλλους.

Για μερικούς ανθρώπους, το να είναι ο εαυτός τους φαντάζει απολύτως αυτονόητο. «Και ποιος άλλος θα μπορούσα να είμαι, δηλαδή;», αναρωτιούνται ανύποπτοι. Υπάρχουν όμως και κάποιοι άλλοι, που διαθέτουν κάτι «σαν δεύτερο δέρμα». Αλλάζουν ρόλους και χαρακτήρες ανάλογα με το περιβάλλον. Συμπεριφέρονται έτσι όπως νομίζουν ότι θα γίνουν περισσότερο αρεστοί στους συνανθρώπους τους. Η υποκρισία γίνεται δεύτερη φύση τους. Και όταν κάποια στιγμή βρεθούν μόνοι με τον εαυτό τους αναρωτιούνται ψιθυριστά: «Ποιος πραγματικά είμαι;». Μια τέτοια περίπτωση νεύρωσης θέτει στο προσκήνιο η συγκεκριμένη ταινία. Μια περίπτωση κλινικής, θα λέγαμε, καθαρότητας.

Ο Αλμπέρτο μοιάζει ευτυχισμένος. Φαινομενικά τα έχει όλα. Κι όμως, στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα. Γιατί δεν είναι ο εαυτός του. Είναι μια σκιά εθισμένη στο ψέμα, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που να έχει οδηγηθεί σε ένα πλήρες αδιέξοδο. Παριστάνει στους συναδέλφους του ότι του αρέσει η δουλειά του, παριστάνει στη γυναίκα του ότι είναι ευτυχισμένος με την οικογενειακή του ζωή, παριστάνει στον εραστή του ότι είναι ένας αδέσμευτος και απελευθερωμένος άντρας. Σε έναν τέτοιο υποκριτή, η ταινία, πολύ εύστοχα αντιπαραθέτει έναν πραγματικά ώριμο άντρα, ένα θετικό πρότυπο για κάθε ομοφυλόφιλο που φοβάται να αποκαλύψει την πραγματική του φύση: Δεν ντρέπεται για τις προτιμήσεις του, είναι συνειδητοποιημένος, δε νοιάζεται για τα σχόλια των τρίτων. Μπροστά σε έναν τέτοιο χαρακτήρα, ο Αλμπέρτο είναι νομοτελειακά βέβαιο ότι θα καταρρεύσει, προσφέροντάς μας το υλικό για μια γνήσια σύγχρονη αισθηματική τραγωδία.

Η σκηνοθεσία κρατά πάντως το αντίβαρο με μια αυθεντικά ισπανική ανάλαφρη αντιμετώπιση, ποπ - έστω και παλ - χρώματα, συνεχείς διαλόγους που δεν επιτρέπουν στη σιωπή να στοιχειώσει την ατμόσφαιρα, ενώ η αφήγηση κάποιες στιγμές γίνεται επίπεδη, διολισθαίνοντας σε λύσεις τηλεοπτικής αισθητικής. Το σενάριο πάντως παραμένει πάντα ευαίσθητο και διαισθητικό, προσφέροντάς μας μια ταινία με πολύ θετική συνεισφορά στην αποδοχή και κατανόηση όχι μόνο της ομοφυλοφιλίας, αλλά και γενικότερα της ανθρώπινης ψυχολογίας.

ΒΑΘΜΟΣ: ***

(δημοσιεύτηκε στον εξώστη, τεύχος 740)