28.9.07

ΚΛΙΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ



IKLIMLER / CLIMATES

Σκηνοθεσία: Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν
Παίζουν: Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν, Εμπρού Τσεϊλάν, Ναζάν Κιριλμίς
Διάρκεια: 98΄.
Τουρκία, 2006
Διανομή: Private

Υπόθεση: Ο Ιζά, σαραντάρης που διδάσκει αρχιτεκτονική στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης (τον υποδύεται ο ίδιος ο σκηνοθέτης), έχει δεσμό με τη νεότερή του Μπαχάρ, καλλιτεχνική διευθύντρια σε τηλεοπτικά σήριαλ (στο ρόλο η πραγματική σύζυγος του Τσεϊλάν). Κατά τη διάρκεια καλοκαιρινών διακοπών στις ακτές του Αιγαίου, το ζευγάρι θα οδηγηθεί σ’ έναν οδυνηρό χωρισμό. Ο Ιζά περνά μόνος το φθινόπωρο στην Πόλη, μέχρι που μαθαίνει πως η Μπαχάρ δουλεύει σε μια παραγωγή στα βάθη της Ανατολίας…


Με μία ματιά: Μετά το βραβευμένο στις Κάνες «Μακριά», ο τούρκος δημιουργός Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν συνεχίζει στην παράδοση του «καλλιτεχνικού σινεμά του δημιουργού» με μια ποιητική, χαμηλών τόνων ταινία-ελεγεία μιας ερωτικής σχέσης που φθίνει.

Η ταινία χωρίζεται σε τρία ευκρινώς διακριτά μέρη: Το πρώτο εξελίσσεται το καλοκαίρι στο παραθαλάσσιο τοπίο των ακτών του Αιγαίου και παρουσιάζει την επίπονη διάλυση της ερωτικής σχέσης του πρωταγωνιστή Ιζά με την εσωστρεφή, ολιγομίλητη Μπαχάρ. Παρόλη την κυριαρχία του οικείου μας μεσογειακού φωτός, επικρατεί η ασυνεννοησία και η συναισθηματική ματαίωση. Το δεύτερο μέρος εξελίσσεται φθινόπωρο στο αστικό βροχερό τοπίο της Πόλης και αναπαριστά την μοναχική καθημερινότητα του Ιζά. Πρόκειται στην ουσία για ένα ιντερλούδιο, στο οποίο μεσουρανεί η ερωτική σκηνή, από τις πλέον πρωτότυπες και δυσερμήνευτες του έργου. Το τρίτο, και συναισθηματικά εντονότερο μέρος, μας μεταφέρει στα χιονισμένα όρη της τουρκικής ενδοχώρας, όπου μέσα σ’ ένα ψυχρό κι αφιλόξενο περιβάλλον, ο Ιζά κι η Μπαχάρ ξανασυναντιούνται. Το βουβό φινάλε αφήνει το θεατή μετέωρο, να βασανίζεται από εκκρεμή ερωτήματα για την αναγκαιότητα της ερωτική επικοινωνίας, τη δυνατότητα των ανθρώπων να έρθουν πραγματικά κοντά και την αδυναμία τους να ξεπεράσουν τα ελαττώματά τους.
Πρόκειται για μια ταινία αργών ρυθμών και λεπτών αποχρώσεων. Πολύ λίγα συμβαίνουν και πολλά αποσιωπούνται. Ο θεατής καλείται να λειτουργήσει σαν ερευνητής συναισθημάτων, αλλά και να αναγνωρίσει μια σειρά συμβολισμών, από τις αρχαίες ιωνικές κολώνες και τις χιονισμένες βουνοκορφές, μέχρι το στραγάλι που κυλιέται στο πάτωμα ενώ οι δύο εραστές συνευρίσκονται και το συρτάρι στο οποίο συνηθίζει να ακουμπά ο Ιζά το κεφάλι του (σύμφωνα με έναν αναλυτή αυτό σημαίνει πως πάσχει από κάποιας μορφή αυχενικό σύνδρομο, το οποίο συμβολίζει βεβαίως τη βαθύτερη συναισθηματική του παράλυση). Παρά τον κάπως βαρύγδουπο αυτό τρόπο συμβολικής έκφρασης, η ταινία μοιάζει να μένει πιστή σε κάποια βαθύτερα αισθήματα που αφουγκράζεται πίσω από τα τοπία, τα πρόσωπα και τις (λιγοστές) λέξεις. Καταφέρνει έτσι να εμπλέξει τον θεατή όχι μόνο εγκεφαλικά, αλλά και συναισθηματικά, και εκεί κερδίζει το παιχνίδι.

Αξιολόγηση: ***

20.9.07

ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ


THE PROPOSITION

Σκηνοθεσία: John Hillcoat
Παίζουν: Guy Pearce, Ray Winstone, Danny Huston, Richard Wilson, Emily Watson, John Hurt
Αυστραλία
, 2005. Διάρκεια: 104΄. Sony.

Υπόθεση: Βρισκόμαστε στα βάθη της βορειοδυτικής Αυστραλίας στα τέλη του 19ου αιώνα. Μετά από σφοδρή ανταλλαγή πυρών, ο Λοχαγός του Βρετανικού Στρατού Στάνλεϊ καταφέρνει να αιχμαλωτίσει τους δυο μικρούς ιρλανδούς αδελφούς Μπερνς, τον Τσάρλι και τον Μίκι, ως βασικούς υπόπτους για την αποτρόπαια δολοφονία μιας οικογένειας εποίκων. Ο βασικός του στόχος, όμως, είναι ο μεγάλος αδελφός Άρθουρ, ένας κακούργος φημισμένος για τη ασυγκράτητη, αμείλικτη βιαιότητά του, ο οποίος ζει μόνιμα στα βουνά, σε περιοχές που ελέγχονται από τους ιθαγενείς πληθυσμούς των Αβοριγίνων. Ο λοχαγός Στάνλεϊ συλλαμβάνει τον μικρό Μίκι και αφήνει ελεύθερο τον Τσάρλι, μεσαίο και πιο λογικό αδελφό από τους τρεις, υπό έναν όρο: Να βρει και να σκοτώσει τον Άρθουρ. Σε αντίθετη περίπτωση, ο μικρός Μίκι θα κρεμαστεί εντός εννέα ημερών, ανήμερα των Χριστουγέννων...

Με μια ματιά: Αξιοποιώντας την πλατφόρμα του γουέστερν για να επιστρέψει όχι μόνο στις ρίζες του αυστραλιανού κινηματογράφου, δηλαδή στο “Last New Wave” της δεκαετίας του ’70, αλλά πολύ περισσότερο στις ρίζες του ίδιου του αυστραλιανού έθνους και τις συγκρούσεις των Άγγλων εποίκων με τις συμμορίες των περιπλανώμενων Ιρλανδών και τις τοπικές φυλές των Αβοριγίνων, ο σκηνοθέτης Τζον Χιλκοτ, συνεπικουρούμενος από ένα σενάριο του διάσημου αυστραλού μουσικού Νικ Κέιβ, μας παραδίδει μια ταινία βίαιη αλλά και λυρική, ένα βαθυστόχαστο έργο που διερευνά τα πιο σκοτεινά σημεία όχι μόνο της αυστραλιανής εθνικής ταυτότητας, αλλά και της ίδιας της ανθρώπινης φύσης.

Το δίδυμο Χίλκοτ-Κέιβ, γνώριμο και από παλαιότερες συνεργασίες τους στα βίντεο-κλιπς των Bad Seeds, θέτει στο προσκήνιο της προσοχής του την αμείλικτη σχετικότητα της ανθρώπινης φύσης: κανείς δεν είναι αυτό που φαίνεται, αλλά ούτε και τίποτε άλλο, λιγότερο εμφανές. Όλοι οι χαρακτήρες πλέουν σε έναν αχανή ωκεανό σχετικότητας, μεταβάλλοντας συνεχώς πρόσωπο και θέση. Ακόμη και το φυσικό τοπίο ταλαντεύεται, άλλοτε άγριο κι απωθητικό κάτω από το καυτό, ξερό φως του αυστραλιανού ήλιου, κι άλλοτε σαγηνευτικό όταν ο ίδιος αυτός ήλιος αρχίζει να δύει προσφέροντας πανέμορφα ηλιοβασιλέματα. Σ’ αυτό το μυθολογικό περιβάλλον, όπου ο άνθρωπος μοιάζει να έχει φτάσει στα υπέρτατα όριά του, η ταινία διατυπώνει έναν κινηματογραφικό στοχασμό για τον ρόλο του περιβάλλοντος στη συμπεριφορά των ανθρώπων, αλλά και για τις εγγενείς ατέλειες της ανθρώπινης ψυχής. Το τελικό αποτέλεσμα αποτελεί μια ευθεία επίθεση στα θεμέλια του αυστραλιανού έθνους, αλλά και ολόκληρου του σύγχρονου πολιτισμού μας.

Αξιολόγηση: ****


14.9.07

DAISY


Σκηνοθεσία:
Wai Keung Lau
Παίζουν:
Woo-sung Jung, Gianna Jun, Sung-jae Lee
Κορέα, 2006. Διάρκεια: 100΄.
Odeon.

Υπόθεση: Νεαρή κορεάτισα ζωγράφος, που βγάζει τα προς το ζειν σχεδιάζοντας πορτρέτα σε κεντρική πλατεία του Άμστερνταμ, ερωτεύεται έναν πελάτη της κορεάτη αστυνομικό, νομίζοντας πως αυτός είναι ο μυστηριώδης άγνωστος που της στέλνει καθημερινά λουλούδια. Στην πραγματικότητα όμως, τα λουλούδια στέλνει έτερος ομοεθνής της, ένας επαγγελματίας δολοφόνος ο οποίος είναι κρυφά ερωτευμένος μαζί της…

Με μια ματιά: Συνδυάζοντας τα κινηματογραφικά είδη του κορεατικού ρομαντικού μελοδράματος και της αστυνομικής περιπέτειας του Χονγκ-Κονγκ, η Daisy, που θα μπορούσε να μεταφραστεί ως «Μαργαρίτες», καταπιάνεται με όλο της το πείσμα και το πάθος με το προαιώνιο θέμα του απόλυτου έρωτα και το εγγενώς αδύνατο της πραγμάτωσής του. Αποτέλεσμα μια ταινία συγκινητική, ρεμβαστική, οπτικά όμορφη και αθεράπευτα ρομαντική.

Ο έρωτας συγκαταλέγεται στα ιδανικά, κι όπως κάθε ιδανικό είναι αδύνατο να πραγματωθεί σε όλη του την πληρότητα στον ατελή, υλικό κόσμο που ζούμε. Το αποτέλεσμα είναι να απωθείται στα βάθη του ασυνειδήτου, προκειμένου να μην μας ενοχλεί στην διεκπεραίωση της πεζής καθημερινότητάς μας, για να ανασυρθεί στη συνέχεια από φιλόδοξους καλλιτέχνες που τον μετουσιώνουν σε καλλιτεχνική δημιουργία η οποία μας υπενθυμίζει τον χαμένο αυτό παράδεισο. Κι απ’ όλες τις τέχνες, η καταλληλότερη ίσως για να εκφράσει το Απόλυτο του έρωτα είναι ο κινηματογράφος. Όπως ο έρωτας, έτσι κι ο κινηματογράφος μοιάζει με όνειρο. Όπως ο έρωτας, έτσι κι ο κινηματογράφος δεν αποτελεί παρά έναν μηχανισμό εξιδανίκευσης. Όπως στον έρωτα, έτσι και στον κινηματογράφο, κάποια στιγμή πέφτουν οι τίτλοι του τέλους, για να απομείνουμε και πάλι μόνοι, να αναλογιζόμαστε την ελλειμματική μας φύση. Όλα αυτά τα στοιχεία αξιοποιεί η ταινία που σας παρουσιάζουμε σήμερα, η οποία οικοδομείται έτσι πάνω στο στέρεο υλικό μιας αμιγούς τραγωδίας. Μιας τραγωδίας που ξετυλίγεται αργά, ατμοσφαιρικά, υπό τους ήχους ενός θαυμάσιου, μελωδικού σάουντρακ. Αξιόλογη δουλειά, συνδυάζει μια αρκετά σύνθετη αφηγηματική τεχνοτροπία απωανατολίτικου τύπου με μια φολκλορική ολλανδική τοπιογραφία η οποία παραπέμπει άμεσα στην εξίσου ευρωπαϊκή ιδέα του ρομαντικού έρωτα.

ΒΑΘΜΟΣ: ***