RUNNING WITH SCISSORS
Σκηνοθεσία: Ράιαν Μέρφι
Παίζουν: Άνετ Μπένινγκ, Τζόζεφ Κρος, Μπράιαν Κοξ, Τζόζεφ Φάινς, Άλεκ Μπόλντουιν, Γκίνεθ Πάλτροου
ΗΠΑ, 2006. Διάρκεια: 121΄
Υπόθεση: Ο μικρός Ογκόστεν μεγαλώνει κατά τη δεκαετία του ’70 μέσα σε μια άκρως δυσλειτουργική οικογένεια, με μια εγωκεντρική και ψυχολογικά ασταθή μητέρα που ονειρεύεται να γίνει διάσημη συγγραφέας κι έναν παραιτημένο, αποτραβηγμένο πατέρα. Μετά το διαζύγιο των γονέων του, η μητέρα του καταφεύγει στη φροντίδα του αντισυμβατικού ψυχίατρου Δόκτορα Φιντς, ο οποίος την πείθει ότι πρέπει να του αναθέσει και την κηδεμονία του γιού της. Ο 14χρονος Ογκόστεν γίνεται έτσι αναγκαστικά μέλος της θεότρελης οικογένειας του Δόκτορα Φιντς.
Μετά τις «Κρυφές επιθυμίες», που σας παρουσιάσαμε πριν από δύο βδομάδες, άλλη μία ταινία εξαπολύει τη δική της δριμεία επίθεση στην Αγία Αμερικανική Οικογένεια. Βασιζόμενη στο ευπώλητο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Ογκόστεν Μπάροουζ “Running with Scissors”, η «Οικογένεια της συμφοράς» κινείται μεταξύ σάτιρας, ιδιοσυγκρασιακής κωμωδίας του παραλόγου και κοινωνικής κριτικής, προκειμένου να μας παραδώσει το πορτρέτο ενός μικρόκοσμου χαρακτήρων αποπροσανατολισμένων, εγκλωβισμένων στα ψυχοκοινωνικά αδιέξοδα και την μανία για φεμινισμό και ψυχανάλυση των ’70s.
Κυριαρχικές μορφές σ’ αυτό το τελματώδες τοπίο η Ντάιντρα, μητέρα του Ογκόστεν, και ο Δρ. Φιντς. Η Ντάιντρα, την οποία ενσαρκώνει με ιδιαίτερο οίστρο η Ανέτ Μπένινγκ, είναι μια γυναίκα καταπιεσμένη ήδη από τα παιδικά της χρόνια, που αδυνατεί να καταλάβει ότι στις ανθρώπινες σχέσεις δεν αρκεί μόνο να επιδιώκουμε την ικανοποίηση των προσωπικών μας αναγκών, αλλά πρέπει και να δίνουμε. Επηρεασμένη από το φεμινιστικό κίνημα της εποχής, αλλά και την αμερικάνικη εμμονή για διασημότητα, απομακρύνεται σταδιακά από το φυσικό ανθρώπινο περιβάλλον της, δηλαδή την οικογένειά της, προκειμένου να αποδυθεί σε ένα έωλο ταξίδι αναζήτησης της «δημιουργικής της συνείδησης», που δεν οδηγεί εν τέλει, παρά στα δίχτυα ενός εξουσιαστικού ψυχαναλυτή έτοιμου να εκμεταλλευθεί τις αδυναμίες των πελατών του για να εξυπηρετήσει ίδια συμφέροντα. Ο Δρ. Φιντς ανάγεται έτσι σε μορφή-σύμβολο της χρεοκοπίας της ψυχανάλυσης, η οποία εμφανίζεται σαν μια μέθοδος απορύθμισης του ψυχικού κόσμου του ασθενούς, προκειμένου να ελεγχθεί αποτελεσματικότερα, με σκοπό τη χειραγώγηση, αλλά και την απόσπαση τεράστιων χρηματικών ποσών. Πολλά αντλεί η ταινία από τα δύο αυτά ανθρώπινα πορτρέτα, όπως επίσης και από την λεπταίσθητη αναπαράσταση των εσωτερικών χώρων, που καταφέρνουν ταυτοχρόνως μας ταξιδέψουν πίσω στα ’70s αλλά και μας απομακρύνουν απ’ αυτά, βυθίζοντάς μας σε έναν κόσμο φανταστικό, γεμάτο από νευρώσεις, παρανοϊκές συμπεριφορές και εγωιστικά μικροσυμφέροντα συγκεκαλυμμένα πίσω από τα μεγάλα λόγια και τις θεωρίες που τόσο συνηθιζόταν την εποχή εκείνη.
Αν και η ταινία από ένα σημείο και μετά μεταπίπτει σε μια άνευ νοήματος και στόχευσης κωμωδία του παραλόγου, η ένταση με την οποία απεικονίζει την οικογένεια σαν ένα διαρκές αβυσσαλέο αδιέξοδο, καθώς και η ανάδειξη του κενόδοξου και υποκριτικού τρόπου με τον οποίο η αμερικανική κοινωνία εξέλαβε κινήματα όπως του φεμινισμού και της ψυχανάλυσης, την καθιστούν μια ικανοποιητική πρόταση για κατ’ οίκον ψυχαγωγία.
ΒΑΘΜΟΣ: ***(δημοσιεύτηκε στον εξώστη, τεύχος 775)